- ψευδής
- лживый, ложный
Ancient Greek-Russian simple. 2014.
Ancient Greek-Russian simple. 2014.
ψευδῆς — ψευδής lying masc/fem acc pl (attic epic doric) ψευδής lying masc/fem nom/voc pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ψευδής — lying masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ψευδής — ές, ΝΜΑ (για πράγμ.) αυτός που δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, στην πραγματικότητα, αναληθής ή ανύπαρκτος, ψεύτικος (α. «ψευδείς πληροφορίες» β. «ψευδῆ φήμην ἡμῶν κατὰ θεοῡ ὑμνούντων», Πλάτ.) νεοελλ. 1. ανειλικρινής, προσποιητός, υποκριτικός (α … Dictionary of Greek
ψευδής — ής, ές γεν. ούς, αιτ. ή, πληθ. ουδ. ή 1. ψεύτικος, μη πραγματικός: Η πληροφορία σου ήταν ψευδής. 2. ανειλικρινής: Του έδωσε ψευδή υπόσχεση. 3. τεχνητός, όχι φυσικός … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ψεύδης — ψεύ̱δης , ψεῦδις masc/fem nom/voc pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ψευδής καταμήνυση — Είναι το έγκλημα που προβλέπεται από το άρ. 229 ΠΚ. Το έγκλημα συνίσταται στο ότι καταγγέλει κάποιος στις αρχές ή υποβάλλει μήνυση σε βάρος ενός άλλου όπου αναφέρει ότι δήθεν διέπραξε μια αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση με τον σκοπό να… … Dictionary of Greek
καταμήνυση, ψευδής — (Νομ.). Το αδίκημα της αναγγελίας ή της έγκλησης σε βάρος τρίτου για δήθεν διάπραξη από μέρους του αξιόποινης πράξης ή εκτέλεσης ή παράλειψης άλλων πράξεων (για παράδειγμα, υποβολή, αλλοίωση ή απόκρυψη αποδεικτικού μέσου), οι οποίες τον καθιστούν … Dictionary of Greek
ψευδῆ — ψευδής lying neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ψευδής lying masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ψευδής lying masc/fem acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ψευδέστερον — ψευδής lying adverbial comp ψευδής lying masc acc comp sg ψευδής lying neut nom/voc/acc comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ψευδεῖ — ψευδής lying masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) ψευδής lying masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ψευδεῖς — ψευδής lying masc/fem acc pl ψευδής lying masc/fem nom/voc pl (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)